Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μίκης Θεοδωράκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μίκης Θεοδωράκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2021



Il volo dell’ aquilone

La tradizione del primo giorno di Quaresima include il volo dell’ aquiline. Simboleggia il desiderio dell’ uomo stesso di volare, di raggiungere il cielo, vicino a Dio.
Quando eravamo bambini, questa giornata era molto importante e c’ era una preparazione specifica per la costruzione dell’ aquilone. Allora, la maggior parte dei ragazzi creava il proprio aquilone. Coloro che vivevano nel villaggio prendevano legno sottile da falegnami o canne, quelli che vivevano nel villaggio, carte colorate dal minimarket del quartiere, spago, giornali e stelle filanti per la coda dell’ aquilone.
Quindi mio fratello ha fatto ogni anno, non solo uno, ma almeno due aquiloni, in modo che se uno cadeva, faceva volare l’ altro. Dopo aver legato il legno, che doveva essere leggero, in modo che l’ aquilone potesse facilmente volare, e fatto la cornice, incollava le carte colorate e poi doveva fare le bilance. Ci è voluta molta attenzione per fare le bilance, perché se non fossero state corrette, l’ aquilone sarebbe volato male e sarebbe caduto. Ed ovviamente alla fine c’ era la coda, che doveva essere lunga, per andare alto, ma non pesante, perché non poteva volare.
Poi, ciò che ci preoccupava era se sarebbe stato bel tempo, se pioveva o se soffiava molto. Le condizioni ideali per far volare un aquilone sono di avere il sole, ma allo stesso tempo una leggera brezza che solleverà facilmente l’ aquilone in aria, lo porterà in alto e non rischierà di cadere.
All’ inizio si doveva tenere l’ aquilone alto, con entrambe le mani,  e con il primo soffio di vento lo si lasciava andare e l’ altro lo tirava a salire in alto.

Non appena l’ aquilone raggiunse l’ altezza, si udì la famosa frase: “Molla lo spago!” in modo che l’ aquilone andasse più in alto e più lontano.
Tutti cercavano di far volare il loro aquilone più in alto degli altri e di sorpassarli. Molte volte si è confuso con gli altri e alla fine è caduto o è rimasto impigliato nei fili dell’ elettricità. Se fosse nelle vicinanze, potresti raccoglierlo, ripararlo e far volarlo di nuovo. A volte, però, cadeva in posti molto lontani e poi l’ hai perso tanto dai tuoi occhi quanto dalle tue mani.
Quando mio fratello riusciva a far volare il suo aquilone, di solito lo legava da qualche parte e lo lasciava volare, fino al tramonto. Poi tagliava lo spago e lo lasciava andare soddisfatto, visto che l’ anno prossimo ne avrebbe fatto un altro.
Alcuni bambini, che vivevano in campagna o andavano in zone aperte della città, continuavano a far volare il loro aquilone, come un gioc
ο, tutto l’ anno quando il tempo era adatto per questo.
È molto bello vedere in alto, il cielo soleggiato, pieno di aquiloni colorati e diversi e giù, in basso, i volti felici dei bambini, ma anche degli adulti, che aiutano e partecipano alla loro gioia e al loro gioco!

Anthoula P. Veziri












The kite flying

The custom of Clean Monday includes kite flying. It symbolizes the desire of man himself to fly, to reach heaven, close to God.
When we were children, this day was very important and there was specific preparation for the construction of the kite. Then, most of the boys were making their own kite. They were taking thin wood from carpenters or reeds, those who were living in the village, colored papers from the neighborhood convenience store, string, newspapers and streamers for the kite tail.
So my brother, every year he made, not just one, but at least two kites, so that if one was falling, he was flying the other. After he was tying the wood, which had to be light, so that the kite could easily fly, and was making the frame, he was gluing the colored papers and then had to make the scales. It was taking a lot of attention to make the scales, because if they weren’t right, the kite would fly wrong and fall.
And of course in the end there was the tail, which had to be long, to go high, but not heavy, because it could not fly.
After that, what was bothering us is whether it would be good weather, whether it was raining or whether it was blowing a lot. The ideal conditions for flying a kite are to have sunshine, but at the same time a light breeze that will easily lift the kite in the air, will take it high and will not risk falling.
In the beginning one had to hold up the kite, with both hands, and with the first blow of the air, he was letting it go and the other was pulling it to climb up. As soon as the kite was gaining height, the well-known phrase was heard: «Unwrap the string!», in order for the kite to go higher and farther.
Everyone was trying to fly their kite higher than the others and overtake them. Many times it got confused with others and eventually fell or became entangled in the wires of electricity. If it was somewhere close, you could pick it up, repair it, and fly it away again. Sometimes, however, it was falling to a very distant place and then you were losing it both from your eyes and from your hands.
When my brother had managed to fly his kite, he usually tied it up somewhere and let it fly until nightfall. Then, he was cutting the string and was letting it go satisfied, since next year he would make another one. Some children, who were living in the countryside or were going to open parts of the city, were continuing to fly their kite, like a game, all year round when the weather was appropriate for that.
It is very nice to see high, the sunny sky, full of colorful and different kites and below, low, the happy children’s faces, but also adults’, who help and participate in their joy and games!

Anthoula P. Veziri















Το πέταγμα του χαρταετού

Το έθιμο της Καθαράς Δευτέρας, περιλαμβάνει το πέταγμα του χαρταετού. Συμβολίζει την επιθυμία του ίδιου του ανθρώπου να πετάξει, για να φτάσει μέχρι τον ουρανό, κοντά στον Θεό.
Όταν ήμαστε παιδιά, αυτή η μέρα είχε ιδιαίτερη σημασία και υπήρχε συγκεκριμένη προετοιμασία για την κατασκευή του χαρταετού. Τότε, τα περισσότερα αγόρια, έφτιαχναν μόνα τους τον χαρταετό τους. Έπαιρναν λεπτά ξύλα από μαραγκούς ή καλάμια, όσοι κατοικούσαν στο χωριό, χρωματιστά χαρτιά από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς, σπάγκο, εφημερίδες και σερπαντίνες για την ουρά του χαρταετού.
Έτσι και ο αδελφός μου , κάθε χρόνο έφτιαχνε, όχι μόνο έναν, αλλά τουλάχιστον δύο χαρταετούς, ώστε αν έπεφτε ο ένας, πετούσε τον άλλον. Αφού έδενε τα ξύλα, που έπρεπε να είναι ελαφριά, για να μπορεί να πετάξει εύκολα ο χαρταετός,  και έφτιαχνε το σκελετό, κολλούσε τα χρωματιστά χαρτιά και μετά έπρεπε να φτιάξει τα ζύγια. Ήθελε πολλή προσοχή για να φτιάξεις τα ζύγια, γιατί αν δεν ήταν σωστά, ο χαρταετός θα πέταγε στραβά και θα έπεφτε. Και φυσικά στο τέλος έμενε η ουρά, που έπρεπε να είναι μακριά, για να πηγαίνει ψηλά, αλλά όχι βαριά, γιατί δεν θα μπορούσε να πετάξει.
Μετά, εκείνο που μας απασχολούσε είναι αν θα έκανε καλό καιρό, μήπως έβρεχε ή αν φύσαγε πολύ. Οι ιδανικές συνθήκες για να πετάξεις χαρταετό είναι να έχει λιακάδα, αλλά ταυτόχρονα ένα ελαφρό αεράκι που θα σηκώσει εύκολα τον χαρταετό στον αέρα, θα τον πάει ψηλά και δεν θα κινδυνεύει να πέσει.
Στην αρχή έπρεπε κάποιος να κρατάει ψηλά τον χαρταετό, με τα δύο του χέρια, να «κάνει κεφάλι» και με το πρώτο φύσημα του αέρα, τον άφηνε και ο άλλος τον τράβαγε για να ανέβει ψηλά. Μόλις ο χαρταετός έπαιρνε ύψος, ακουγόταν η γνωστή φράση: «Αμόλα καλούμπα!», που σήμαινε, ξετύλιξε τον σπάγκο, με σκοπό να πάει ψηλότερα και πιο μακριά ο χαρταετός.
Ο καθένας προσπαθούσε να πετάξει τον χαρταετό του πιο ψηλά από τους άλλους και να τους ξεπεράσει. Πολλές φορές μπερδευόταν με άλλους και τελικά έπεφτε ή μπλεκόταν στα σύρματα του ηλεκτρισμού. Αν ήταν κάπου κοντά, μπορούσες να τον πάρεις, να τον επιδιορθώσεις και να τον ξαναπετάξεις. Μερικές φορές όμως, έπεφτε σε πολύ μακρινά μέρη και τότε τον έχανες και από τα μάτια σου και από τα χέρια σου.
Όταν ο αδερφός μου κατάφερνε να πετάξει ψηλά τον χαρταετό του, συνήθως τον έδενε κάπου και τον άφηνε να πετάει, μέχρι να βραδιάσει. Τότε, έκοβε τον σπάγκο και τον άφηνε να φύγει ικανοποιημένος, αφού την  επόμενη χρονιά θα έφτιαχνε άλλον. Μερικά παιδιά, που ζούσαν στην εξοχή ή πήγαιναν σε ανοιχτά μέρη της πόλης, εξακολουθούσαν να πετάνε τον χαρταετό τους, σαν παιχνίδι, όλον το χρόνο, όταν ο καιρός ήταν κατάλληλος γι’ αυτό.
Είναι πολύ ωραία να βλέπεις ψηλά, τον ηλιόλουστο ουρανό, γεμάτο με πολύχρωμους και διαφορετικούς χαρταετούς και κάτω, χαμηλά, τα χαρούμενα πρόσωπα των παιδιών, αλλά και των μεγάλων, που βοηθάνε και συμμετέχουν στη χαρά και στο παιχνίδι τους!

                           Ανθούλα Π. Βεζύρη
















Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2021



Αλκυονίδες μέρες

Αλκυονίδες μέρες ονομάζονται οι μέρες εκείνες του Ιανουαρίου, οι οποίες έχουν καλό καιρό και ηλιοφάνεια. Πρόκειται για αρχαία ελληνική ονομασία, που προέρχεται απ' τον Αριστοτέλη. Κάποιοι επιμένουν να αποδίδουν την διάρκειά τους σε διάστημα 14 αίθριων ημερών, από τις 15 Δεκεμβρίου έως 15 Φεβρουαρίου στην Ελλάδα, στην καρδιά του χειμώνα. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως κάθε χρόνο υπάρχουν Aλκυονίδες ημέρες. Υπάρχουν και έτη που έλλειψαν τελείως.
Οι Αλκυονίδες μέρες έχουν πάρει την ονομασία τους από το ψαροπούλι Αλκυόνα, που κλωσσά τα αυγά του εκείνες τις ημέρες.


Το πουλί Αλκυόνα

Η Αλκυόνα, σύμφωνα με την παράδοση, 
είναι ένα πουλί που συμβολίζει τη γαλήνη, 
την προστασία και παύει τη θαλασσοταραχή.
Αν και αποδημητικό πουλί, δε φεύγει, αλλά έρχεται το φθινόπωρο, ενώ φεύγει αρχές Μαρτίου. Γεννά τα αυγά του στις σχισμές των βράχων της θάλασσας.
Σύμφωνα με ένα μεσαιωνικό μύθο, το χρώμα της Αλκυόνας στην αρχή ήταν γκρίζο, όταν όμως έγινε ο βιβλικός κατακλυσμός πέταξε ψηλά και το στήθος της έγινε κόκκινο απ' τον ήλιο, ενώ η ράχη της μπλε απ' το χρώμα του ουρανού.
Για τη συζυγική πίστη των Αλκυόνων αναφέρεται ότι όταν ο σύζυγος της Αλκυόνας γεράσει και δεν μπορεί να πετάξει πια, τότε η θηλυκιά Αλκυόνα τον παίρνει στους ώμους της και τον μεταφέρει πάντοτε μαζί της, τον ταΐζει και τον περιποιείται ως το θάνατο.


Ο μύθος της Αλκυόνης

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η Αλκυόνη ήταν κόρη του Αιόλου, του θεού των ανέμων. Ζούσε στα ακρογιάλια της θάλασσας με τον άντρα της, τον Κήυκα, και αισθάνονταν τόσο πολύ αγαπημένοι και ευτυχισμένοι, ώστε παρομοίαζαν τους εαυτούς τους με το ζευγάρι των θεών, Δία και Ήρα. Για την ασέβειά τους, όμως, αυτή, ο Δίας οργίστηκε τόσο πολύ που μεταμόρφωσε τον Κήυκα σε όρνιο. Η Αλκυόνη, χωρίς να γνωρίζει τι είχε συμβεί, έτρεχε παντού τρελαμένη για να βρει τον αγαπημένο της σύζυγο. Οι θεοί του Ολύμπου τη λυπήθηκαν και τη μεταμόρφωσαν στο θαλασσοπούλι, την Αλκυόνα, που μοιάζει να ψάχνει στις θάλασσες για να βρει το χαμένο της σύζυγο.
Η δυστυχία, όμως, της Αλκυόνης δε σταμάτησε εδώ. Αντίθετα απ' τα άλλα πουλιά που γεννούσαν την άνοιξη, μες στην καλοκαιρία, η Αλκυόνα γεννούσε μες στη βαρυχειμωνιά, οπότε τα μανιασμένα κύματα της θάλασσας τής άρπαζαν τα αυγά ή τα νεογέννητα πουλάκια, κάνοντάς την να κλαίει σπαραχτικά. Για άλλη μια φορά, οι θεοί του Ολύμπου τη λυπήθηκαν και ο Δίας πρόσταξε για 15 μέρες μες στο Γενάρη να κοπάζουν οι άνεμοι και ο ήλιος να ζεσταίνει τη φύση, ώστε να μπορέσει η Αλκυόνα να κλωσσήσει τα αυγά και τα πουλάκια να μπορέσουν να πετάξουν.

Οι Αλκυονίδες Μέρες ως μήνυμα αισιοδοξίας

Η φύση μας δείχνει ότι όλα είναι μια εναλλαγή καταστάσεων: καλών και κακών, καλοκαιρίας (καλοκαίρι) και κακοκαιρίας (χειμώνας), ζωής και θανάτου. Όλα αυτά μας δείχνουν ότι ζούμε σε ένα θαύμα που ονομάζουμε "ζωή". Οι Αλκυονίδες Μέρες, αν τις δούμε συμβολικά, μεταφέρουν ένα πολύ αισιόδοξο μήνυμα, ότι ακόμα και στη "βαρυχειμωνιά" θα υπάρχουν περιστάσεις που θα μας δίνουν δύναμη και θάρρος, όσο δύσκολα κι αν είναι τα πράγματα, ώστε αισιόδοξοι πια να περιμένουμε την "καλοκαιρία" και τον ερχομό της "άνοιξης", κυριολεκτικά και μεταφορικά.




Έκθεση Ζωγραφικής: «Αύρα καλοκαιρινή»   Ανθούλα Π. Βεζύρη   Πρόσκληση Σας προσκαλώ στην έκθεσή μου που θα  πραγματοποιηθεί στην ...